Δημοφιλείς αναρτήσεις

Σάββατο 8 Ιανουαρίου 2011

Ένα Παραμύθι


''Γνωρίζω ότι είσαι ένα πλάσμα μοναχικό, καταδικασμένο να ζήσει έρημο στην επιβλητική σπηλιά του, κάπου μέσα στο δάσος των άυλων μορφών, εκεί που η φαντασία ξεγελά την πραγματικότητα.  Εκεί που η Μαγεία είναι η μόνη λέξη που χαρακτηρίζει τα πάντα.  
Πώς μπορεί άλλωστε να μην είναι μοναχικό το μονοπάτι σου;  Μπορεί η Σοφία να συμβαδίσει με την Αμάθεια;  Μπορεί η Εμπειρία με την Απειρία;  
Θα μπορούσαν ποτέ να βαδίσουν μαζί το μονοπάτι της ζωής ένας Δράκος κι ένα ξωτικό; 
Ο Δράκος, το πιο σοφό, το πιο όμορφο, το ύψιστο αν θέλεις πλάσμα της Ονειροχώρας  είναι εκείνο για το οποίο όλοι μιλούν με δέος αλλά λίγοι, ελάχιστοι είναι εκείνοι που είχαν ποτέ την εκπληκτική τύχη να το συναντήσουν.'' 


Κάποια ξωτικά, λίγα κι αυτά, μου είπαν πως τον είδαν.
Ένα ειδικά φαινόταν να γνωρίζει πιο πολλά… Μάλλον είχε καταφέρει το σπάνιο και υπέροχο συνάμα, να βιώσει τη μαγική εμπειρία ενός Δράκου.
Την πλησίασα… Ήταν διαφορετική από τα άλλα. Όμορφη φυσικά, όπως όλα, με αυτή τη μεταφυσική ομορφιά που καθηλώνει το βλέμμα και  βουρκώνει τα μάτια. Μα φαινόταν κάπως μελαγχολική.Τα μάτια της άστραφταν πολύ και ήταν καρφωμένα νωχελικά στο ορμητικό νερό του ποταμού. Ένα αμυδρό χαμόγελο σχηματιζόταν στα δροσερά της χείλη που νόμιζα ότι από τη μια στιγμή στην άλλη θα εξελιχθεί σε λυγμό. Και το πιο σημαντικό είναι η έλξη που μου δημιουργούσε.  Μία δύναμη με έσπρωχνε προς το μέρος της αλλά ταυτόχρονα μου έθετε και σαφή όρια, λες και όσο σιμά κι αν πλησίαζα ποτέ δεν θα μπορούσα να αγγίξω τα δροσοστολισμένα μαλλιά της.
-“Μίλησέ μου για Εκείνον”, της είπα ξαφνικά. “Θέλω πολύ να μάθω.”


Παύση. Έκλεισε τα μάτια και μετά από ακαθόριστη ώρα ψέλισσε:
-“Έκσταση, φόβος, επιθυμία, έρωτας,   λαχτάρα, ολοκλήρωση, γαλήνη,  ελευθερία, πάθος,  υποδούλωση , απελπισία, πόνος, Ελπίδα …”
Έπειτα στρέφει το πρόσωπο προς το μέρος μου, με κοιτάει με κάτι μάτια που λαμπύριζαν όσο χίλια αστέρια και μου λέει σιγανά, “Πιστεύεις ότι θα μπορούσες να τα νοιώσεις όλα αυτά μαζί;” “Εγώ τα ένοιωσα!”… “Εγώ τα νοιώθω…”
Δεν ήξερα τι να πω…  Λέξη δεν έβγαινε από το στόμα μου όσο κι αν ήθελα να πω κάτι. Όσο κι αν ήθελα να ρωτήσω αυτό το πλάσμα τι μπορώ να κάνω για να το βοηθήσω. Γιατί σίγουρα υπέφερε. Υπέφερε από τον καταιγισμό όλων αυτών των συναισθημάτων. 
Δεν μπορούσε μέσα της να βρει ησυχία, αυτό μπορούσα να το δω παρόλο που το βλέμμα της  εξέπεμπε μία υπερφυσική ηρεμία. Όμως με πρόλαβε… “Δεν μπορείς να με βοηθήσεις”, μου είπε, “αν και βλέπω πόσο το θέλεις… ο μόνος που μπορεί είναι Εκείνος, μα δε θα τον ξαναδώ ποτέ πια…”
“Θα τον βρούμε!”, της λέω όλο ελπίδα, “αν μόνο εκείνος μπορεί να βοηθήσει θα τον βρούμε!”
Μα εκείνη δεν έδειχνε να ενθαρρύνεται. Ένα πικρό χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπό της και το έκανε τόσο εύθραυστο, σχεδόν διάφανο. 
“Μα δεν καταλαβαίνεις;”, μου λέει, “Εκείνος δε θέλει να βρεθεί…”  
Και με αυτά τα λόγια με άφησε στην όχθη να την παρακολουθώ να χάνεται μέσα στο σκοτεινό Δάσος.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου